- ρομανική τέχνη
- Από τα τέλη του 10ου έως τα τέλη του 12ου αι., εκδηλώθηκε στην Ευρώπη μια κίνηση για το ξαναζωντάνεμα όλων των τεχνών και πρώτα-πρώτα της αρχιτεκτονικής, που πήρε το όνομα ρομανική. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε αρχικά με την ίδια ορολογική αξία για τις «ρομανικές» ή νεολατινικές λογοτεχνίες και βρίσκουμε επομένως την καταγωγή της, από τον 5o αι., στις χώρες της δυτικής Ευρώπης που είχαν υποταχτεί παλιότερα στη ρωμαϊκή κυριαρχία και συνδέθηκαν πνευματικά με τον λατινικό κόσμο. Aργότερα, αφού περιορίστηκε ιστορικά στα όρια που αναφέραμε, η ρ. τ. παρουσιάζεται ως αφύπνιση που σημειώνεται στη δυτική Ευρώπη γύρω στο 1000 για πολλούς λόγους: ίδρυση και ανάπτυξη των μοναχικών ταγμάτων (μεταξύ των οποίων εμφανίστηκαν οι κλουνιανοί και οι κιστερκιανοί, με τα πολλά τους ιδρύματα και τις χαρακτηριστικές αρχιτεκτονικές εκδηλώσεις)· νορμανική κατάληψη της Σικελίας και της Αγγλίας, με την επιβολή από το ένα μέρος του φραγκορομανικού πολιτισμού και από το άλλο με τη συγχώνευσή της με την αραβική και βυζαντινή παράδοση· αναβίωση της καλλιτεχνικής παραγωγής, που άλλωστε δεν είχε σταματήσει ποτέ, των κατώτερων τεχνών επηρεασμένων από τις βαρβαρικές μορφές και, κυρίως, από τη γλυπτική. Κύρια κέντρα της ρ. τ. ήταν η Γαλλία, η Ισπανία, η Γερμανία και η Ιταλία, αλλά και περισσότερο μακρινές περιοχές, από τα Βρετανικά Νησιά έως τη Σκανδιναβία. Η πολιτική, αλλά κυρίως η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική έγινε με τους μητροπολιτικούς ναούς το σύμβολο της νέας κοινωνίας. Τα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής αυτής δεν μπορούν να αναχθούν εύκολα σε ενιαίο υπόδειγμα και αποκτούν στους διάφορους λαούς ειδικά χαρακτηριστικά, προσαρμοσμένα στην τοπική παράδοση ή στις παλαιότερες καλλιτεχνικές φάσεις, όπως η καρολίγγειος ή η οθωνική. Κοινό χαρακτηριστικό της είναι η καθαρότητα του χώρου και ένα ζωντανό και πλαστικό αίσθημα του οικοδομήματος, που καθορίζεται και οργανώνεται με τις αξίες του βάρους και του όγκου. Στη Γαλλία δείγματα της ρ. τ. σώζονται στην εκκλησία του Αγίου Μαρτίνου στο Κανγκού, στους πρόποδες των Πυρηναίων και στο αβαείο του Τουρνί στη Βουργουνδία. Στη Γερμανία, αντίθετα, διατηρείται καθαρά η παράδοση της καρολίγγειας αρχιτεκτονικής, που είχε δώσει στο ανάκτορο του Άαχεν το λαμπρότερο και επιβλητικότερο δείγμα των αυτοκρατορικών κτισμάτων. Στην Ιταλία σημαντικό δείγμα λομβαρδικής τέχνης είναι ο Άγιος Αμβρόσιος του Μιλάνου. Στην Αγγλία, τέλος, τα χαρακτηριστικά των μητροπόλεων του Ντάραμ και του Γουίντσεστερ, είναι τα γραμμικά και γεωμετρικά χαρακτηριστικά των νορμανδικών κτισμάτων. Την αρχιτεκτονική άνθηση συνόδευσε μια εξαιρετική γλυπτική δραστηριότητα που έγινε ουσιαστικό συμπλήρωμά της, στολίζοντας φαντασμαγορικά προπύλαια, προβόλους και αντερείσματα, καθώς και κιονόκρανα· αλλά και στο σημείο αυτό είναι μεγάλη η ποικιλία κατά περιοχές.
Κύρια κέντρα της ρομανικής γλυπτικής στην Ευρώπη, ήταν η Ακουιτανία, η Βουργουνδία και η Αραγονία. Η τέχνη αυτή παρουσιάστηκε στην αρχή της διστακτική ανάμεσα στη γραμμική διακοσμητική και στο τελείως στρογγυλό, δοκιμάζοντας τη σύνθεση της σπειροειδούς κίνησης, που χαρακτήριζα τα βυζαντινά μωσαϊκά και των βαρβαρικών συμπλεγμάτων που, στη βόρεια Ευρώπη, συμπληρούμενα με ζωομορφικά σχήματα, είχαν αρκετή διάδοση την εποχή των Βίκινγκς.
Πρωταρχικό ρόλο στη ρομανική γλυπτική έπαιξε η Ακουιτανία με τα ανάγλυφα του Σεν-Σερνέν της Τουλούζης και του μοναστηριού και της πύλης του Μισάκ, όπου, γύρω στα 1100 υπήρχε μεγάλο εργαστήριο. Σημαντικό κέντρο της ρομανικής γλυπτικής ήταν επίσης το Κλινί, όπου το ίδιο τάγμα των μοναχών έδειξε την αγάπη του προς την τέχνη με τον εξωραϊσμό της εκκλησίας, σε τέλεια αντίθεση προς τη λιτότητα των κιστερκιανών. Από την εκκλησία του αβαείου του Κλινί, που καταστράφηκε στα νεότερα χρόνια, σώζονται μόνο οχτώ κιονόκρανα άριστης τέχνης. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τέχνης της Βουργουνδίας (που διακρίνεται κυρίως στο Ανζί λε Ντικ, στο Oτέν και στο Βεζελέ) είναι η επιμήκυνση των γραμμών που, μαζί με καμπύλες και σπείρες, τονίζουν την ασκητική όψη των προσώπων. Η πύλη της Μαγδαληνής στο Βεζελέ είναι από τα πλουσιότερα δείγματα, με την εφευρετικότητα και την πρωτοτυπία των θεμάτων, που συνδυάζονται με την τερατώδη μεσαιωνική φαντασία που ξεκινά από τα ζώα. Πλάι στο μόνιμο θέμα της Δευτέρας Παρουσίας, παρουσιάζονται συχνά θέματα καταγόμενα από τη ρωμαϊκή γλυπτική (νίκες, σειρήνες και κένταυροι) που οι καλλιτέχνες ασφαλώς τα εμπνεύστηκαν από ερείπια των μνημείων της ρωμαϊκής Γαλατίας.
Τυπική είναι, αντίθετα, η σχέση που εκδηλώνεται στην Ισπανία με την αραβομουσουλμανική γλυπτική, που είχε ως κύριο κέντρο της την Κόρδοβα. Απηχήσεις της επίδρασης αυτής βρίσκονται στα κιονόκρανα του Ριπόλ. Αλλά μόνο στην εκκλησία του Αγίου Ισίδωρου του Λεόν, που χτίστηκε μεταξύ του 11ου και του 12ου αι., εκδηλώνεται η μεγαλύτερη πρωτοτυπία της ισπανικής γλυπτικής, που χαρακτηρίζεται από το βάθος του ανάγλυφου και τη μεγάλη εκφραστική δύναμη της εικόνας, περισσότερο σύνθετης και μνημειακής. Οι τεχνίτες που είχαν δουλέψει εκεί μεταφέρθηκαν έπειτα στην Κομποστέλα, όπου γεννήθηκε η μεγαλύτερη διακοσμητική της ισπανικής ρ. τ. και η πληρέστερη από εικονογραφική άποψη. Εξαιρετικής σημασίας μνημεία είναι το μοναστήρι του Σίλος, με λαμπρή διακόσμηση που θυμίζει τα αραβικά έργα από φίλντισι και τη χρυσοχοΐα και, στην Καταλονία, το μοναστήρι του Ριπόλ. Η Ακουιτανία ήταν η περιοχή που άσκησε τη μεγαλύτερη επίδραση πάνω στην αγγλική ρομανική γλυπτική.
Η Γερμανία παρουσιάζει, στη γλυπτική, μια σαφή καταγωγή από τις κατώτερες τέχνες και, παρ’ όλο που εμφανίζεται δεμένη με την αρχιτεκτονική, είναι αισθητή η ιταλική επίδραση, όπως συμβαίνει με τα γλυπτά της μητρόπολης του Βορμς, της Παναγίας Λάαχ κι έπειτα στην Αλσατία στον Άγιο Ιάκωβο της Ρατισβόνης, ενώ σε άλλα έργα παρουσιάζονται πρωτότυπα και λαϊκά χαράκτηριστικά.
Η ζωγραφική είχε διακοσμητικό και διδακτικό ρόλο με σαφή υπεροχή των θρησκευτικών θεμάτων, τα οποία στην εκκλησία είχαν συγκεκριμένη θέση: ο Παντοκράτωρ Χριστός στην κόγχη, οι βίοι των αγίων στους τοίχους. Μόνο σε μερικές ζώνες εμφανίζεται απομάκρυνση από την κυριαρχική επίδραση της βυζαντινής τέχνης, που στην Ιταλία εξηγείται όχι τόσο από προτίμηση της τεχνοτροπίας όσο γιατί οι καλλιτέχνες προέρχονταν τις περισσότερες φορές από την Κωνσταντινούπολη, όπως μαρτυρούν τα μωσαϊκά της Βενετίας, του Τορτσέλο και της Ακουιλέγιας, που τα απαλύνει κάποιος αόριστος ελληνιστικός κλασικισμός. Στη δυτική Ευρώπη είναι επίσης δυνατή μια διάκριση ανάμεσα στα υπολείμματα της επίδρασης της καρολίγγειας τέχνης και της βυζαντινής και στις περιοχές όπου, αντίθετα, γεννιέται μια νέα, απλή και ζωντανή γλώσσα.
Στη Γαλλία δυο σημαντικά έργα ήταν η εκκλησία των βενεδικτίνων του Σεν-Σαβέν σιρ Γκαρτέμπ, πλούσια διακοσμημένη με τοιχογραφίες, και η κόγχη της εκκλησίας των κλουνιανών στη Μπερζ-λα-Βιλ, με διακοσμήσεις ενός ρυθμού που θυμίζουν τις εκκλησίες των βενεδικτίνων. Και στην Ισπανία επίσης παρουσιάζεται, πλάι σε μια βυζαντινίζουσα τεχνοτροπία, με μετωπικά και μεγαλοπρεπή πρόσωπα, που έχουν στο Ταούλ ένα εξαίσιο δείγμα στις τοιχογραφίες των εκκλησιών του Σαν Κλεμέντε και της Σάντα Μαρία (τώρα Μουσείο της Βαρκελώνης), μια άλλη που συνδέεται περισσότερο με την τοπική παράδοση της Καταλονίας, όπου είναι άφθονες οι εικονογραφήσεις του ιερού με έντονα και φανταχτερά χρώματα. Άλλο αριστούργημα είναι η διακόσμηση του παρεκκλησίου των βασιλέων στη Λεόν, που πλησιάζει πολύ με τη γαλλική μικρογραφία. Στη Γερμανία σώζονται ελάχιστα και σκόρπια δείγματα της ζωγραφικής και ο μεγαλύτερος κύκλος βρίσκεται στην εκκλησία του Σβάρτσχαϊντορφ, στη Ρηνανία. Σπάνια είναι επίσης τα ρομανικά ζωγραφικά έργα στη Σκανδιναβία, όπου οι συχνές πυρκαγιές κατάστρεψαν πολλές από τις ξύλινες ρομανικές εκκλησίες.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν στη ρομανική περίοδο οι μικρότερες τέχνες, ιδιαίτερα η μικρογραφία, τα υφάσματα και τα χρυσά κοσμήματα.
«Ο Χριστός», ζωγραφική ρομανικής τεχνοτροπίας. (Βαρκελώνη, Μουσείο Καταλωννκής Τέχνης)
«Η φυγή από τον επίγειο παράδεισο», λεπτομέρεια από τη διακόσμηση της χάλκινης θύρας της εκκλησίας τον Σαν Τζένο Ματζόρε στη Βερόνα, εξαίρετο δείγμα ρομανικής τέχνης στην Ιταλία.
Η ρομανική αρχιτεκτονική στη Γερμανία εκδηλώθηκε κυρίως στη ρηνανική περιοχή, όπου επικράτησε η μεγάλη καρολίγγεια παράδοση. Στη φωτογραφία μητρόπολη της Μαγεντίας (12ος αι.).
Dictionary of Greek. 2013.